Έρωτας, επιστροφές- καταστροφές και τα ίδια πάντα λάθη. «Αυτή τη φορά θα είναι αλλιώς. Όλα θα είναι διαφορετικά. Το ξέρω πως θα είναι». Κι όμως- ποτέ δεν είναι.
Μυστήριο πλάσμα ο άνθρωπος. Βροντοφωνάζει πως θέλει να είναι ελεύθερος αλλά την αληθινή ελευθερία την τρέμει. Δηλώνει ευθαρσώς πως το μόνο που επιθυμεί είναι να είναι ευτυχισμένος κι, όμως, κάνει ό,τι περνάει από το χέρι του για να σαμποτάρει την ίδια του την ευτυχία και βάζει συνεχώς τρικλοποδιές στον εαυτό του. Μυστήριο πλάσμα, σου λέω. «Κοίτα να δεις λίγο», μου λέει ένας φίλος μου τις προάλλες, «το γεγονός ότι η ζωή κάνει κύκλους δεν σημαίνει πως πρέπει να κάνεις κι εσύ. Τελείωσαν οι άντρες και γυρνάς στους πρώην σου; Και όταν δεν γυρνάς και κάνεις την επαναστάτρια και πιστεύεις βλακωδώς πως κάνεις μια νέα αρχή με κάποιον άνθρωπο, γιατί επιλέγεις πάντα τον ίδιο άνθρωπο; Γιατί ο ίδιος είναι. Μόνο εγώ το βλέπω; Έχεις στραβωθεί εντελώς»; Εγώ κατεβάζω το κεφάλι, κάνω τη χαζή και συνεχίζω να πίνω φαινομενικά ατάραχη το κρασί μου. «Μα δεν σου έχουν μάθει απολύτως τίποτα τα λάθη σου; Ή τη βρίσκεις με το να υποφέρεις»; Τελείωσε το κρασί. Και το τσιγάρο. Δεν τη γλιτώνω. Πρέπει να μιλήσω. «Το μόνο που μου έχουν μάθει τα λάθη μου είναι πόσο δύσκολο είναι να σταματήσω να τα επαναλαμβάνω», λέω εγώ και εκείνος ξεφυσάει απελπισμένος.
Γιατί επιστρέφουμε στους πρώην μας που μας πλήγωσαν– δεν χωρίσαμε για κάποιο λόγο; Γιατί ζητούν να επιστρέψουν οι πρώην μας σε μας- που είτε πληγωθήκαμε είτε πληγώσαμε; Και γιατί επιλέγουμε πάντα τον ίδιο τύπο ανθρώπου στις ερωτικές μας ιστορίες; Γιατί ερωτευόμαστε πάντα τον ίδιο άνθρωπο; Και πώς γίνεται και αυτό να είναι πάντα εμφανές σε όλους εκτός από τους άμεσα ενδιαφερομένους;
Εσύ πιστεύεις ακόμα στις συμπτώσεις και στα déjà vu; Όχι, δεν λέγεται déjà vu, αγάπη μου. Δεν υπάρχει καμία επιστημονική ή μεταφυσική εξήγηση γι’ αυτό που μας συμβαίνει. Απλώς οι άνθρωποι συνηθίζουν βλακωδώς να επαναλαμβάνουν ίδιες συμπεριφορές χωρίς να το συνειδητοποιούν. Δεν έχεις απλώς την αίσθηση πως αυτή η κατάσταση κάτι σου θυμίζει. Φυσικά και κάτι σου θυμίζει γιατί έχεις ξανακάνει το ίδιο «λάθος». Ακριβώς το ίδιο. Μπορεί με κάποιον άλλο άνθρωπο, μπορεί και με τον ίδιο. Την πρώτη φορά δεν έφταιγες εσύ-δεν ήξερες. Την επόμενη φορά, όμως, ήξερες. Και την επόμενη μετά από αυτή. Και την επόμενη μετά από αυτή. Ας μη συνεχίσω. Βλέπεις πού το πάω. Την πρώτη φορά είναι λάθος. Τις επόμενες φορές είναι επιλογή. Και, εντάξει, μεταξύ μας τώρα, άνθρωποι είμαστε και θα κάνουμε και βλακείες. Δεν είναι λάθος το να κάνεις ένας λάθος. Λάθος είναι να επαναλαμβάνεις συνεχώς το ίδιο λάθος. Ναι, αυτή είναι μια άλλη ιστορία.
Με θυμάμαι μικρή που πήγαινα και ρωτούσα όλους μου τους δασκάλους: «Γιατί μαθαίνουμε Ιστορία»; (δεν είμαι ακόμα σίγουρη πώς μου ‘χε έρθει αυτή η ερώτηση) και όλοι πάντα μου απαντούσαν: «Αυτοί που δεν μαθαίνουν από το παρελθόν είναι καταδικασμένοι να το επαναλάβουν». (Μεταξύ μας τώρα, κάποιος πρέπει να τους έχει πει πως αυτή είναι η μόνη σωστή απάντηση. Δεν είμαι γενικώς καχύποπτη αλλά δεν πιστεύω και σε τέτοιες συμπτώσεις). Την έμαθα κουτσά στραβά την παγκόσμια ιστορία, μην τυχόν και έρθει εκείνη η στιγμή που θα παρουσιαστεί κάποια παρόμοια κατάσταση- να ξέρω πώς να δράσω. Την προσωπική μου ιστορία, όμως, δεν την έμαθα ποτέ.
Πήραμε και δεύτερο κρασί. Δεν βαριέσαι. Πόσο συχνά βρίσκεις έξω καλό κρασί; Ας το εκμεταλλευτούμε. Λεφτά για ένα ακόμα έχουμε μόνο. Θα το μοιραστούμε. Με πιάνει να κοιτάω έναν περαστικό. «Ωραίος είναι», μου λέει, διακόπτοντάς με από το οφθαλμόλουτρο. «Βρε, ποιον μου θυμίζει. Βρε, ποιον μου θυμίζει. Α! Το βρήκα! Τον Δημήτρη, βρε. Τον πρώην σου. Γιατί δεν πας να μιλήσετε να σου το παίξει γόης, να κάνετε σχέση και να σου ξεφουρνίσει μετά από κανά εξάμηνο πως δεν θέλει σοβαρή σχέση ή πως έχει ήδη σοβαρή σχέση ή πως αυτές οι ταμπέλες τον πιέζουν»; Ξεροκαταπίνω και τον αγριοκοιτάω δήθεν ενοχλημένη.
Δεν μου αρέσει ο χαρακτηρισμός «λάθος άνθρωπος», γι αυτό θα τον χρησιμοποιήσω καταχρηστικά. «Λάθος» άνθρωπος είναι αυτός που δεν θέλει τα ίδια πράγματα με σένα τη δεδομένη στιγμή, που δεν μπορεί να σου δώσει ό,τι χρειάζεσαι και ούτε εσύ σε εκείνον, φυσικά. Τον βλέπεις τον λάθος άνθρωπο, λοιπόν. Τον βλέπεις και δεν λες τίποτα. Και τον επιλέγεις. Γιατί με τον άνθρωπο τον λάθος, δεν διακινδυνεύεις και πολλά. Γιατί, αν τυχόν και χαλάσει το πράγμα, εντάξει, δεν έγινε και τίποτα. Δεν ήταν αυτός ο σωστός άνθρωπος για σένα, βρε κουτό. Με τον «λάθος» δεν παίρνεις κανένα ρίσκο. Ρισκάρεις μόνο με κάτι που μπορεί να έχει μέλλον. Αν ο έρωτας είναι επανάσταση, εσύ είσαι επαναστάτης του καναπέ. Με τον «σωστό» να σε δω, με αυτόν που έχει προοπτικές να πάει το πράγμα αλλού. Μ’ αυτόν που θέλει να σε γνωρίσει στ’ αλήθεια, που αξίζει να τον εμπιστευθείς, που θα αφεθείς και θα έρθει η στιγμή να αποφασίσεις αν μπορείς να είσαι «μαζί» με κάποιον, αν μπορείς να γίνεις «εμείς» και όχι «εγώ». Με αυτόν που δεν θέλει εξαρχής να πάει το πράγμα αλλιώς, δεν θα βρεθείς ποτέ σε αυτό το δίλημμα, του οποίου τόσο αφελώς πιστεύεις πως ξέρεις την απάντηση. Γιατί αν έρθει ο σωστός και δεν τα καταφέρετε; Το πλήγμα θα είναι τρομερό. Σου έχω, όμως, και χειρότερο: Αν τα καταφέρετε και πάλι δεν είσαι ένας άνθρωπος ευτυχισμένος; Αυτό θα σημαίνει πως φταίει κάτι άλλο. Και πόσοι είναι αρκετά γενναίοι, ώστε να θελήσουν να πάρουν την απάντηση που όλοι μας τρέμουμε;
Ο κόσμος έχει αρχίσει να λιγοστεύει και επικρατεί σχεδόν ησυχία. Μόνο καμιά ξαφνική κραυγή από κορίτσια που γελάνε δυνατά προσπαθώντας να γοητεύσουν τους «λάθος» ανθρώπους της παρέας τους. Και μετά πάλι σιωπή. Άραγε, τα κατάφεραν; «Πώς γίνεται να είσαι τόσο έξυπνη και τόσο χαζή ταυτόχρονα;», με ρωτάει και σταματάω να κοιτάζω τα κορίτσια που κραυγάζουν χωρίς προφανή λόγο. «Χρόνια την έχω αυτή την απορία». «Έξυπνος είσαι και φαίνεσαι», του απαντάω. Όχι, δεν είναι τα πράγματα άσπρα ή μαύρα. Υπάρχει και το γκρι. Και το κόκκινο. Και το μπλε. Δεν είναι μόνο ο φόβος μας που μας σπρώχνει στους «λάθος» ανθρώπους ή μας κάνει να επιστρέφουμε σε ανθρώπους που μας έχουν πληγώσει. Υπάρχουν και άλλοι λόγοι.
Επιστρέφω σε έναν πρώην που με πλήγωσε ή μπλέκομαι σε μια κατάσταση που ξέρω πως δεν θα με οδηγήσει πουθενά και για έναν ακόμα πολύ σημαντικό λόγο. Λέω «Αχ τι ωραίο συναισθηματικό αδιέξοδο! Ας μπω!» γιατί θέλω να αλλάξω το τέλος. Γιατί, έτσι, πιστεύω πως θα γιατρέψω την αρχική μου την πληγή. «Αυτή τη φορά θα είναι αλλιώς. Όλα θα είναι διαφορετικά. Το ξέρω πως θα είναι. Πρέπει να είναι. Και αυτή τη φορά θα το ορίσω το τέλος εγώ». Μου θυμίζει αυτόν τον «καταναγκασμό της επανάληψης», που έλεγε ο Φρόυντ, όπου θέλουμε να ξαναζήσουμε ό,τι μας πόνεσε για να αλλάξουμε το τέλος στην ιστορία. Αυτό ακριβώς κάνουμε. Αυτό και άλλους πολλούς ψυχαναγκασμούς. Ανάβουμε το θερμοσίφωνα. Γυρνάμε πίσω να δούμε αν ανάψαμε το θερμοσίφωνα. Σβήνουμε το τσιγάρο. Γυρνάμε πίσω να δούμε αν σβήσαμε το τσιγάρο. Μας πληγώνουν. Γυρνάμε πίσω να δούμε αν μας πληγώσανε αρκετά.
Θέλω να ξαναγράψω την ιστορία, θέλω αυτή τη φορά το τέλος να είναι ευτυχισμένο. Αλλά το κόλπο δεν πιάνει ποτέ. Δεν υπάρχει ευτυχισμένο τέλος, καρδιά μου. Επιστροφές- καταστροφές, σιγοτραγουδάω. Ο Einstein έλεγε πως «παραφροσύνη είναι να κάνεις το ίδιο πράγμα ξανά και ξανά και να περιμένεις διαφορετικά αποτελέσματα». Παράφρονες είμαστε όλοι. Με ή χωρίς χαρτί γιατρού.
«Θα σου παραφράσω έναν Λειβαδίτη», του λέω. «Μου τη δίνει ο Λειβαδίτης», με διακόπτει αυστηρά. «Έχετε λυσσάξει όλοι». «Είσαι ανόητος και δεν είμαι καθόλου σε διάθεση να μπω σε φιλολογική διαμάχη αυτή τη στιγμή» και τον κοιτάζω ατάραχα. Ανοίγω την τσάντα μου, βγάζω το στυλό, παίρνω τα τσιγάρα και γράφω πάνω στο πακέτο: «Αφού έζησα όλο το μαρτύριο της ελπίδας, έφτασα στο πιο απάνθρωπο έγκλημα: να πιστέψω στους- ίδιους- ανθρώπους». «Ποια βλακεία είναι δική του και ποια δική σου;», με μαλώνει ενώ τον βλέπω πως συμφωνεί.
Ίσως, όμως, είναι άδικο να λέμε ότι επαναλαμβάνουμε συνεχώς τα λάθη μας. Δεν επαναλαμβάνουμε όλα τα λάθη μας. Αν βάλεις το χέρι σου στη φωτιά και καείς, δεν το ξαναβάζεις εύκολα. Αν περπατήσεις στο δρόμο ξυπόλητος και κοπείς από γυαλιά, δεν σε βλέπω να ξαναβγαίνεις χωρίς παπουτσάκια. Ίσως, τότε, επαναλαμβάνουμε μόνο τα λάθη που μας άρεσαν. Και, κάπως έτσι, αυτόματα καταρρίπτεται η έννοια του «λάθους».
«Τι γίνεται με το παιδί που γνώρισες τις προάλλες; Πώς πάει;», με ρωτάει. «Εδώ, μωρέ, τα ίδια. Καλά, γενικά. Όπως ακριβώς τα ξέρεις. Και όπως ακριβώς τα ξέρω πλέον και εγώ».
ΥΓ. Το παραπάνω κείμενο αποτελεί προϊόν μυθοπλασίας. Οποιαδήποτε ομοιότητα με πρόσωπα και καταστάσεις είναι εντελώς συμπτωματική. Εκτός από εσάς που αναρωτιέστε εάν γράφω για εσάς. Ναι, για εσάς γράφω.