Είναι σκοτεινά. Δεν ξέρω και πολλά για το πού βρίσκομαι. Ωραία είναι πάντως. Ζεστά και φιλόξενα. Δεν μπορώ να δω. Μπορώ, όμως, να νιώσω. Οι αισθήσεις μου λειτουργούν στο έπακρο.
Μπορώ νʼ ακούω τα πάντα. Είναι η καλύτερη κρυψώνα εδώ μέσα. Μπορώ να κρυφακούω, όσα οι άλλοι δε θα έλεγαν ποτέ αν ήμουν μπροστά τους. Ευχή και κατάρα. Ακούω, ναι μεν, αλλά δεν μπορώ να καταλάβω όσα τρυπούν τʼ αυτιά μου. Λέξεις, ήχοι, ψίθυροι φτάνουν αλλοιωμένοι. Μόνο τη δική σου φωνή ξεχωρίζω. Μόνο αυτή με ηρεμεί και με καθησυχάζει. Δε σε ξέρω, αλλά μπορώ να σε φαντάζομαι. Η χροιά σου βγάζει ζεστασιά κι οικειότητα. Νιώθω όμορφα όταν σʼ ακούω. Νιώθω πως έχω μια συντροφιά.Είσαι ό,τι πιο κοντινό έχω σε παρέα. Εσένα ξέρω. Όλοι οι άλλοι είναι περαστικοί. Έρχονται και φεύγουν πριν προλάβω να τους μάθω. Καμιά φορά νιώθω τʼ άγγιγμά τους. Είναι κρύο. Σε τίποτα δε μοιάζει με το δικό σου. Εσένα είναι χάδι. Κι αν μαθαίνω κάτι, είναι να ξεχωρίζω τʼ αγγίγματα απ’ τα χάδια. Τα πρώτα είναι κρύα κι αδιάφορα. Το χάδι σου κρύβει νοιάξιμο κι ελπίδα. Δείχνει πως με αισθάνεσαι όπως κι εγώ. Οι άλλοι φαντάζονται πως υπάρχω. Εσύ ξέρεις, όμως, το ξέρεις ήδη. Δεν είμαι υποψία για σένα. Είμαι βεβαιότητα.Το ξέρω, γιατί μόνο εσένα ξέρω τόσο καλά. Έχω το προνόμιο να σε γνωρίζω πολύ πριν με γνωρίσεις εσύ. Μπορώ να αντιλαμβάνομαι καθετί πάνω σου. Αυτά που λες κι όσα παλεύεις να μην ξεστομίσεις. Τις σκέψεις που σε βαραίνουν και τις πιθανότητες που σε τρομάζουν. Όσα σ’ ευχαριστούν κι όσα σε φοβίζουν.
Τα τελευταία νομίζω πως τα καταλαβαίνω περισσότερο. Τους φόβους σου. Γιατί απʼ αυτούς έχω κι εγώ. Ένα σωρό φόβους κι ανασφάλειες που μόνο μαζί σου μπορώ να μοιραστώ. Βλέπεις, όταν φεύγουν όλοι μόνο εσένα έχω. Δεν έχω άλλον. Εσένα εμπιστεύομαι. Κι όσο κι αν δυσκολεύεσαι να το παραδεχτείς κι εσύ μόνο εμένα έχεις.
Ίσως αυτό σε τρομάζει περισσότερο. Ο δεσμός μας που αναπτύσσεται με γοργούς ρυθμούς και δεν μπορείς να τον κατανοήσεις. Είναι πρωτόγνωρο κι όπως όλα τα καινούρια, τρομάζουν τους ανθρώπους. Εγώ δεν είμαι ακόμη άνθρωπος και δεν ξέρω αν θα έχω την ευκαιρία να γίνω. Ξέρω, όμως, πως δε θέλω να φοβάσαι. Δεν θέλω να είμαι εγώ η αιτία που βγάζει τους φόβους σου στην επιφάνεια.
Άλλωστε, τι κακό θα μπορούσα να σου κάνω εγώ; Μόνο καλά θέλω να σου προκαλέσω. Από εκείνα που δεν έχεις ζήσει κι από εκείνα που δε φαντάζεσαι πως θα ʼρθουν. Δικαιολογημένα. Καμία γυναίκα δε γνωρίζει πως είναι να είναι μαμά, μέχρι τη στιγμή που γίνεται. Μέχρι τότε μόνο εικασίες και σκέψεις τριγυρνούν μέσα της. Τώρα τριγυρνάω κι εγώ. Κι αν με ρωτάς, δε θα ήθελα να είμαι πουθενά αλλού.Εδώ, κοντά σου, θαρρώ πως είναι το καλύτερο μέρος που θα μπορούσα να ευχηθώ να βρίσκομαι.
Η αλήθεια είναι, πως δεν ξέρω πολλά για τον κόσμο. Ξέρω όσα μου μαθαίνεις μέσα απʼ τις αφηγήσεις σου. Έχω ένα σωρό πράγματα να δω κι άλλα τόσα να κάνω. Μα πιο πολύ θέλω να δω εσένα. Να μάθω μέσα από σένα. Εσένα θέλω για δασκάλα. Εσένα για φίλη. Εσένα και για μαμά.
Μαμά.
Περίεργη λέξη κι εύκολη. Κρύβει μέσα της ένα σωρό θησαυρούς σε μόλις δύο συλλαβές. Ίσως, για να μπορείς να την ξεστομίζεις τόσο άνετα, όσο βγαίνει η ανάσα σου. Μα-μά λες,,κι απλώνονται μπροστά σου αγκαλιές και χέρια προστατευτικά.
Εσένα θέλω να φωνάζω μαμά. Και χαίρομαι, όταν με θες κι εσύ για παιδί σου. Και σκοτεινιάζω, όταν σκέφτεσαι νʼ απαλλαγείς από μένα. Σου έκανα κάτι κακό; Κάτι που δεν έπρεπε; Μήπως σʼ ενοχλεί που κάνω βόλτες εδώ μέσα; Μήπως που μεγαλώνω; Δεν φταίω εγώ γιʼ αυτό. Μόνο του γίνεται. Αν μπορούσα θα σʼ ενοχλούσα λιγότερο. Θα σʼ έκανα να νιώσεις ασφαλής, έστω για λίγο. Θα σου ʼδειχνα πως δεν είμαι αδυναμία σου, αλλά δύναμή σου. Δε σου θυμώνω. Απλά ξέρω πως ακόμη κι αν με διώξεις απ’ το σώμα σου, ποτέ δε θα μπορέσω να βγω απ’ τη ψυχή σου.
Δεν μπορώ να σου υποσχεθώ πως θα είμαι το καλύτερο παιδί. Ούτε το χειρότερο. Δεν μπορώ να σου υποσχεθώ πως θα είμαι έξυπνο ή χαζό. Δεν μπορώ να σου υποσχεθώ πως θα είμαι όμορφο ή άσχημο.
Μπορώ, όμως να σου υποσχεθώ πως ό,τι κι αν είμαι, θα είμαι δικό σου. Κομμάτι σου. Κι όταν θα πονάς, θα πονάω διπλά. Κι όταν θα νιώθεις μοναξιά, θα σου κάνω παρέα. Κι όταν έρθουν δυσκολίες, θα στέκομαι δίπλα σου.
Αυτά μπορώ να σου υποσχεθώ. Ξέρεις γιατί; Γιατί πρόλαβα να σ’ αγαπήσω προτού σ’ αντικρύσω.
Αν πρόλαβες κι εσύ να μʼ αγαπήσεις λίγο, υποσχέσου μου πως θα με αφήσεις να ζήσω.