Πρίν 10 χρόνια ξύπνησα ένα πρωί και ο άντρας μου δεν υπήρχε πια. Έτσι απλά. Είχε φύγει με τη κολλητή μου φίλη και δεν είχα καταλάβει τίποτα. Και όταν λέω τίποτα, ΤΙΠΟΤΑ. Μέχρι τη προηγούμενη εβδομάδα κάναμε στη φιλη μου και στον άντρα της το τραπέζι και γελάγαμε όλοι μαζί.
Η φίλη μου δεν μου είχε πει ποτέ ότι είχε παράλληλη σχέση, ο άντρας μου δεν μου είχε δείξει ότι δεν ήταν καλά μαζί μου, δεν μαλώναμε και κάναμε σεχ κανονικά όπως πάντα. Το τελευταίο 6μηνο μόνο, τον έβλεπα να απομονώνεται όταν ήθελε να μιλήσει στο τηλέφωνο αλλά υπέθετα ότι είχε να κάνει με τη δουλειά του. Μόνο αυτό όμως.
Και έμεινα πίσω με 3 παιδιά, ο μεγάλος μου γιος ήταν τότε 8 χρονών. Οι γονείς μου στην επαρχία να μην μπορούν να με βοηθήσουν, η κολλητή μου εξαφανισμένη με τον άντρα μου. 2 μέρες αφού έφυγε με πήρε τηλέφωνο και μου το είπε, ενώ εγώ περίμενα να περάσει το 48ωρο για να δηλώσω εξαφάνιση στην αστυνομία γιατί νόμιζα ότι του είχε συμβεί κάτι κακό και είχα πεθάνει από την αγωνία μου. Όταν με πήρε και μου το είπε, έπαθα νευρικό κλονισμό.
Ο μεγάλος μου πήρε τηλέφωνο μια γειτόνισσα και της είπε ότι η μαμά του δεν ήταν καλά και ήρθε. Νοσηλεύτηκα 3 μήνες στο Αιγινήτειο και οι γονείς μου ήρθαν στην Αθήνα και κρατούσαν τα παιδιά μέχρι να βγω. Δεν θυμάμαι πολλά.
Μετά από χρόνια έμαθα ότι κάποιες φορές είχα κενά μνήμης, ότι έρχονταν οι γονείς μου να με δούν και πότε τους αναγνώριζα και έκλαιγα και πότε τους ρωτούσα ποιοι ήταν, με το βλέμμα μου κενό από τα φάρμακα. Πίστευαν πως δεν θα έβγαινα ποτέ από εκεί μέσα. Να όμως που βγήκα.
Μετά από 15 χρόνια σε διευθυντική θέση, έχασα τη δουλειά μου. Δεν ήθελαν την τρελλή στην εταιρία τους και μάλιστα αρνήθηκαν να πάω εγώ από εκεί να υπογράψω και μου έστειλαν τα χαρτιά της απόλυσης στο σπίτι.
Έκανα τα πάντα να φύγω από το σπίτι, ένιωθα πως αν έμενα εκεί θα τρελαινόμουν οριστικά. Μέσα σε μια εβδομάδα πήρα τα πράγματά μου και των παιδιών, έκανα τα χαρτιά του μεγάλου για αλλαγή σχολείου και φύγαμε για το πατρικό μου στο χωριό.
Δεν μπορώ να περιγράψω με λόγια όσα πέρασα. Τα παιδιά μου που έχασαν τους γονείς τους (εγώ στο νοσοκομείο και ο μπαμπάς τους εξαφανισμένος) από τη μια μέρα στην άλλη. Που έχασαν το δωμάτιό τους, το σπιτικό τους, το σχολείο και τους φίλους τους, από τη μια εβδομάδα στην άλλη.
Οι δικηγόροι και τα άπειρα λεφτά που χρειαζόμουν για να χωρίσω απ’ το αυτονόητο και να πληρώσω μια απόφαση που δεν ήταν δική μου. Τα φάρμακα που συνέχιζα να παίρνω και δεν ήξερα αν και πότε θα τα σταματούσα. Ήμουν όμως ήρεμη, μόνο όταν με έπαιρνε ο δικηγόρος του ταραζόμουν και όταν σκεφτόμουν πως δεν είχε πάρει ποτέ τα παιδιά του ούτε ένα τηλέφωνο. Είχε περάσει σχεδόν ένας χρόνος και τα παιδιά δεν είχαν κανένα νέο του.
Για να μην πεθάνω, πήρα τη ζωή στα χέρια μου. Με τα χρήματα της απόλυσης άνοιξα καφενείο. Στο χωριό με κορόιδευαν στην αρχή (γυναίκα με καφενείο;) αλλά μετά έρχονταν όλοι, τους φαινόταν παράξενο. Καμιά φορά μου έλεγαν πως έμοιαζα με το καφέ της Χαράς και γελούσα. Το καφενείο έγινε η ψυχοθεραπεία μου.
Η δουλειά, οι προμηθευτές, οι παραλαβές, οι καφέδες, οι συγχωριανοί έγιναν η ρουτίνα μου και αυτή η ρουτίνα με βοήθησε να φτάσω στη μέρα που επιτέλους χαμογέλασα. Που μπόρεσα να πάω τα παιδιά μου μια βόλτα και με μια φίλη μου για καφέ στη πόλη, χωρίς να κλάψω , χωρίς να μιλήσω για αυτόν και χωρίς να τον σκεφτώ.
Χωρίς να το καταλάβω,το χωριό με έκανε να συνέλθω.Εκεί γνώρισα και τον σημερινό μου άντρα που μας αγκάλιασε ειλικρινά. Που δεν με έκρινε από το παρελθόν μου , που αγάπησε τα παιδιά μου και σήμερα έχουμε ένα παιδάκι ακόμα.
Το «αστείο» της ιστορίας είναι πως όταν ήμουν σχεδόν ετοιμόγεννη, εμφανίστηκε ο πρώην μου στο χωριό από το πουθενά, δήθεν να δει τα παιδιά. Φυσικά δεν ήρθε να δει τα παιδιά, ήρθε γιατί χώρισε με την «κολλητή» μου και ήθελε να κλαφτεί. Όταν τον είδε ο μεγάλος μου γιος, του ζήτησε να μην ξανάρθει.
Δεν θα σας το κρύψω, σοκαρίστηκα. Ένιωσα εκείνο το σφίξιμο στο στομάχι, το κάψιμο στη καρδιά όταν με έπαιρναν για το Αιγινήτειο. Όμως χάρηκα πολύ που τον είδα σε αυτά τα χάλια, αξύριστο, άγρυπνο, καταβεβλημένο. Γιατί όταν εγώ κατάπινα χαπάκια στο ψυχιατρείο, εκείνος γλεντοκοπούσε με τη «κολλητή» μου, με ό,τι είχαν κλέψει από τη ζωή μου. Τα λάθη πληρώνονται φίλες μου. Και τα σωστά επίσης!
Κατερίνα